Ερωτηματολόγια που καλούνται να συμπληρώσουν οι εργαζόμενοι λόγω της πανδημίας covid-19 και ζητήματα προσωπικών δεδομένων

Η ραγδαία εξάπλωση της πανδημίας Covid-19 έχει εγείρει σοβαρές ανησυχίες και προβληματισμούς, καθώς κρίσιμος αναδεικνύεται ο αντίκτυπος των ληφθέντων μέτρων περιορισμού της διασποράς στα θεμελιώδη δικαιώματα και τις ελευθερίες των ατόμων. Πιο συγκεκριμένα, ιδιαίτερη χαρακτηρίζεται η κατάσταση όσον αφορά την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων εκ μέρους των εργοδοτών, οι οποίοι προσπαθώντας να περιορίσουν την εξάπλωση του Covid-19 στο πλαίσιο της εργασίας τους, ζητούν από τους εργαζομένους να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια που σχετίζονται με την κατάσταση της υγείας τους ή των οικείων τους, το πρόσφατο ιστορικό ταξιδιού τους, κλπ..

Σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία των Προσωπικών Δεδομένων, πληροφορίες που αφορούν την υγεία αποτελούν ειδικής κατηγορίας δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία υπόκεινται σε αυστηρότερο καθεστώς προστασίας. Τέτοιες πληροφορίες συνιστούν, ενδεικτικά, η κατάσταση κατονομαζομένου ή ταυτοποιήσιμου υποκειμένου των δεδομένων ως νοσούντος ή μη, η κατ’ οίκον παραμονή του λόγω ασθένειας, η διαπίστωση ενδείξεων ασθένειας, ενδεχομένως και δια της κλινικής εικόνας του (βήχας, καταρροή, θερμοκρασία ανώτερη της φυσιολογικής κ.λπ.). Πληροφορίες που ενδιαφέρουν εν προκειμένω, όπως εάν ένα υποκείμενο των δεδομένων ταξίδεψε πρόσφατα σε αλλοδαπό κράτος με εκτεταμένη διάδοση του Covid-19 ή εάν οικείος ή συνεργάτης του είναι ασθενής ή έχει προσβληθεί από τον ιό, δεν αφορούν την υγεία του συγκεκριμένου υποκειμένου και, συνεπώς, δεν αποτελούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ειδικής κατηγορίας, αλλά δύναται υπό προϋποθέσεις να συνιστούν απλά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τον Κανονισμό, το δικαίωμα στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν είναι απόλυτο, αλλά πρέπει να εκτιμάται σε σχέση με τη λειτουργία του στην κοινωνία και να σταθμίζεται με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας. Από τις ίδιες τις διατάξεις του ΓΚΠΔ παρέχονται οι νομικές βάσεις για την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σε περιπτώσεις όπου η επεξεργασία είναι αναγκαία για «την παρακολούθηση επιδημιών και της εξάπλωσής τους» καθώς και για «την πρόληψη ή τον έλεγχο των μεταδοτικών ασθενειών και άλλων σοβαρών απειλών κατά της υγείας» (βλ. αιτ. σκ. 46 και 52 ΓΚΠΔ), ώστε να πληρούται η αρχή της νομιμότητάς σύμφωνα προς την αρχή του κράτους δικαίου.

Από νομική ματιά, λοιπόν, όσον αφορά τις εργασιακές σχέσεις στον ιδιωτικό τομέα, από τις κείμενες διατάξεις (ιδίως από εκείνες των άρθρων 42, 45 και 49 Ν. 3850/2010) προκύπτει ότι αφενός, ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων λαμβάνοντας τα αναγκαία συναφή προστατευτικά μέτρα προς αποφυγή επέλευσης σοβαρού, άμεσου και αναπόφευκτου κινδύνου αυτών, εγγυώμενος το ασφαλές και υγιές περιβάλλον εργασίας με τη συνδρομή των εργαζομένων, αφετέρου, οι εργαζόμενοι, ομοίως υποχρεούνται να εφαρμόζουν τους κανόνες υγείας και ασφάλειας των ιδίων αλλά και άλλων ατόμων που επηρεάζονται από πράξεις ή παραλείψεις τους, περιλαμβανομένης της υποχρέωσης τους να αναφέρουν αμέσως στον εργοδότη ή/και στον εκτελούντα καθήκοντα ιατρού εργασίας όλες τις καταστάσεις που μπορεί να θεωρηθεί εύλογα ότι παρουσιάζουν άμεσο και σοβαρό κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία.

Όπως έχει κρίνει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (υπ’ αριθ. 1/2020 Κατευθυντήριες Γραμμές και 5/2020 Απόφαση) οι εργοδότες νομιμοποιούνται να επεξεργάζονται δεδομένα για την προστασία της υγείας των εργαζομένων εφαρμόζοντας τις αρχές του άρθρου 5 ΓΚΠΔ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, η συλλογή των δεδομένων πρέπει να περιορίζεται στις αναγκαίες πληροφορίες που συνδέονται αποκλειστικά με τον επιδιωκόμενο σκοπό (αρχές του περιορισμού της επεξεργασίας σε συνδυασμό με την αρχή της αναλογικότητας), υπό την προϋπόθεση ότι η επεξεργασία πραγματοποιείται με ασφάλεια και εμπιστευτικότητα, εφαρμόζοντας τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ασφαλείας.